Pandemic Architecture International Ideas Competition Entry:
Hospital is not a hospital,
From decomposition to recomposition of death and disease in public spaces
Ομάδα: Λούντζης Γεώργιος Διονύσιος, Νικολαϊδη Γαλήνη
Βρισκόμαστε στην αόρατη πόλη του Italo Calvino, Θεοδώρα. Μέσα από αλλεπάλληλες πληγές, η πόλη παραδώθηκε στο έλεος των σαρακιών. Μια άτρωτη σε παγίδες και δηλητήρια γενιά τρωκτικών εισέβαλε στην πόλη, πλήττωντας την υγεία των κατοίκων και σκιαγραφώντας μια νέα εποχή πανδημίας. Η πόλη έγινε έρημη, ο φόβος της ασθένειας έγινε συνήθεια και οι κάτοικοι εγκλωβίστηκαν στην προσπάθεια εύρεσης ενός νέου αμόλυντου κόσμου, υπό το καθεστώς της επιτήρησης. Έτσι δημιουργήθηκε η ανάγκη σχεδιασμού ενός τόπου επιτήρης των ασθενών, ο τόπος των έτερων άλλων. Οι αρχιτέκτονες της πόλης άντλησαν έμπνευση από το σύμβολο του ουροβόρου όφιος, κατά το οποίο η κατανάλωση του εαυτού του αποτελεί σύμβολο της αιωνιότητας, δηλαδή μια αιώνια ταλάντευση μεταξύ ζωής και θανάτου. Η ανάγκη για υπαίθρια θεραπεία, καλή διατροφή και αυστηρή έκθεση στον καθαρό φυσικό αέρα, έστρεψε το ενδιαφέρον τους σε παραθαλάσσιους και δασώδεις τόπους, σε περιοχές δυναμικής απελευθέρωσης της εσωτερικής οργανικής φύσης του ατόμου. Το όραμα μιας ευγενούς κοινότητας μέσω της βύθισης στη φύση έφερε στην επιφάνεια τις αναλογίες της χρυσής τομής μέσα από μια ρομαντική, ποιητική και βιομιμητική απόδοση ενός χώρου που μπορεί να επεκτείνεται και να συρρικνώνεται επ΄άπειρον. Ο επαναπροσδιορισμός ενός χώρου ίασης, μέσα από βιοφιλικούς όρους τους οδήγησε στη δημιουργία τριών προσωρινών τόπων διαφορετικής κλίμακας, που όταν ο χρόνος παραμονής τους τελειώνει, τις ξεβιδώνουν, τις αποσυναρμολογούν και τις παίρνουν, για να τις μεταμοσχεύσουν σε αόριστα εδάφη μιας άλλης μισής πόλης. Η πρώτη κλίμακα αναφέρεται σε μια ουτοπική πραγματικότητα, σε μια fractal δομή, όπου το δωμάτιο νοσηλείας διαμορφώνεται με την μεταφορά στοιχείων του ιδιωτικού και του δημόσιου χώρου, δημιουργώντας μια νέα κατάσταση ανοιχτότητας και οικειότητας. Κατά αυτόν τον τρόπο, ο ασθενής επιλέγει να νοσηλευτεί στο αγαπημένο του πάρκο, σε μια αμμώδη παραλία, στην άνεση της κατοικίας του κλπ, συμβάλλοντας έτσι στην ψυχική και αισθητηριακή ίαση του ασθενούς. Ουσιαστικά πρόκειται για μια ουτοπία εν κινήσει, η οποία εδράζεται στην πόλη, σε ορεινούς όγκους, σε δασώδεις περιοχές, ακόμα και στην επιφάνεια της θάλασσας. Η δεύτερη κλίμακα αναφέρεται σε ένα υπαρκτό σενάριο θεραπευτικού χώρου που υιοθετεί την fractal δομή και διαμορφώνεται σύμφωνα με τις σύγχρονες ανάγκες του τόπου νοσηλείας, διατηρώντας ταυτόχρονα νατουραλιστικά στοιχεία  στο σχεδιασμό του. Η σύνθεση απαρτίζεται από τρεις διαβαθμισμένες ζώνες λειτουργιών, όπως ελέγχου, παραμονής και απομόνωσης, ανάμεσα στις οποίες διαμορφώνονται κοινόχρηστοι χώροι. Η παραπάνω δομή προτείνεται ώστε να λειτουργήσει υποστηρικτικά σε έναν υφιστάμενο θεραπευτικό χώρο είτε ως αυτόνομη μονάδα εφήμερης νοσηλείας. Τέλος, η τρίτη κλίμακα αποτελεί την σμίκρυνση και τον συνδυασμό των δύο παραπάνω προτάσεων, με στόχο την ευέλικτη προσαρμοστικότητα της σε υφιστάμενους χώρους, όπως μουσεία, αεροδρόμια, σχολεία κλπ. Μετά το πέρας της πανδημίας, η πόλη επέστρεψε στον ασηπτικό εαυτό της, ο άνθρωπος είχε επαναπροσδιορίσει τη σχέση του με τη φύση και μια ξεχασμένη χλωρίδα είχε αρχίσει να ξυπνά από τον λήθαργό της. Ωστώσο, μέσα από τη ραγδαία αύξηση των νεκρών σωμάτων, και λόγω της έλλειψης ανοιχτών δημόσιων χώρων που επέφερε ο εξαστισμός, αναδύθηκε στο προσκήνιο η ανάγκη για μια αξιοπρεπή ταφή, μέσα από την αλλαγή και συρρίκνωση του νεκροταφειακού χώρου, υπό το βλέμμα των συνεχόμενων οικολογικών αναγκών της πόλης. Η fractal λοιπόν δομή περνάει στο δημόσιο χώρο, δημιουργώντας αποστάσεις στους χρήστες και συνθέτει μια νέα αστική φύση υπό την μορφή ενός πάρκου μνήμης. Μέσω της κομποστοποίησης των νεκρών σωμάτων αποδίδεται στο θάνατο και στη αρρώστια η έννοια της αναγέννησης και της αναδημιουργίας. Επίσης το ανθρώπινο σώμα λειτουργεί ως βιομάζα σε έναν διαρκή ενεργειακό κύκλο, ικανό να παράξει φως μέσω αερόβιας βιομετατροπής. Συνεπώς το νεκρό σώμα δεν προκαλεί απέχθεια και επιστρέφει στην πόλη υπό τη μορφή πρασίνου και φωτός, ταυτίζοντας το δημόσιο χώρο με τη μνήμη, μέσα από την αποϋλοποίηση του πένθους και της ταφής.

“ Και όταν η ψυχή μου δεν θέλει άλλες τροφές και ερεθίσματα πέρα από τη μουσική,
Ξέρει ότι θα την βρει στα νεκροταφεία: οι μουσικοί κρύβονται στους τάφους
Από τον έναν λάκκο στον άλλον, ακούγονται τρίλιες από φλάουτα, ακόρντα από άρπες  
Italo Calvino, Αόρατες πόλεις, Η πόλη της Ιπαθίας
Hospital is not a hospital-Pandemic Architecture
Published: